Αργοκύλησε στο θόλο η σελήνη κλέβοντας φως από τα αστέρια. Η αδελφή Ελισάβετ έγειρε στο μαξιλάρι και αναστέναξε. Τα λόγια του Δημήτρη ηχούσαν ακόμα στα αφτιά και την καρδιά της. Σ` ΑΓΑΠΩ! Τι κι αν μας χωρίζουν τόσα; Το βλέμμα σου με χαϊδεύει μόνιμα κι η ακούραστη σκέψη μου σε συντροφεύει. ΕΛΑ! Έκλεισε τα μάτια. Δυο σταγόνες θλίψης κύλησαν. Αλίμονο! Δε φτιάχτηκαν για μένα τα μονοπάτια του έρωτα!
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]