«Δεν αδυνάτισα μόνο στο πρόσωπο, μάνα, αλλά και στην ψυχή και στο μυαλό, όπως υποθέτω. Μάνα είμαι άρρωστος!. . . Είμαι σοβαρά άρρωστος!. . . Υποφέρω!. . . Είμαι ναρκομανής, μάνα! Λυπάμαι που σας έριξα μέσα σ’ αυτό το έλος της απελπισίας και του πόνου. Είμαι ασυγχώρητος. Και φταίω μόνο εγώ. Μόνο εγώ! Δεν υπάρχει συνένοχος ή συνένοχοι. Εγώ, που ήξερα πόσο φοβερά είναι τα ναρκωτικά, παρ’ όλ’ αυτά, κάποιες στιγμές τα υποτίμησα. . . Κάποια στιγμή. . . ή μάλλον κάποιες στιγμές, πολλές στιγμές, τα περιφρόνησα, τ’ αγνόησα, μόνο και μόνο να απολαύσω διπλά! (. . .)»
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]