Συνεντεύξεις

Συνέντευξη με τον συγγραφέα Κωνσταντίνο Δ. Βλάσση, με αφορμή το βιβλίο του «Οι τελευταίες ημέρες του αρμοστή»

Με αφορμή το βιβλίο «Οι τελευταίες ημέρες του αρμοστή» μιλήσαμε με τον συγγραφέα Κωνσταντίνο Δ. Βλάσση που έχει μελετήσει και στο παρελθόν την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής.

1922-2022 πώς νιώθετε που γράφετε εκατό χρόνια μετά ένα βιβλίο για τη Μικρασιατική Καταστροφή;

Η αλήθεια είναι ότι είχα σκεφθεί και προγραμματίσει τη συγγραφή κάποιου βιβλίου με αφορμή την επέτειο που συμπληρώνεται εφέτος. Αν και αρχικά στράφηκα στον τομέα της Στρατιωτικής Ιστορίας προκειμένου να παρουσιάσω αναλυτικά τους λόγους της στρατιωτικής συντριβής, εξεπλάγην ευχάριστα όταν ανακάλυψα κατά την έρευνα και λεπτομέρειες για το πολιτικοδιπλωματικό πλαίσιο εντός του οποίου εκτυλίχθηκαν εκείνα τα γεγονότα. Ομολογώ, ότι έχω εντυπωσιασθεί από τον μεγάλο όγκο των άγνωστων αλλά πολύ κρίσιμων νέων στοιχείων που έως και σήμερα μετά από εκατό έτη, μπορούν να προσφέρουν στον ιστορικό αναγνώστη περισσότερα στοιχεία προκειμένου να εννοήσει καλύτερα τις εξελίξεις.

Τι στάθηκε αφορμή για να γράψετε το βιβλίο «Οι τελευταίες ημέρες του αρμοστή»;

Αφορμή στάθηκε η πρόταση των εκδόσεων Archive για τη συγγραφή ενός ιστορικού βιβλίου που θα εστίαζε στη Μικρασιατική Καταστροφή. Μου δόθηκε λοιπόν η ευκαιρία να αναδείξω όχι τα καθαρά στρατιωτικά στοιχεία που επιθυμούσα να παρουσιάσω, αλλά να πλαισιώσω αυτά σε ένα αυτοτελές βιβλίο, με τις παράλληλες πολιτικοδιπλωματικές διεργασίες εκείνων την ημερών. Συνεπώς, θεώρησα ότι οι εκδόσεις Archive μπορούσαν να προσφέρουν στον Έλληνα βιβλιοαναγνώστη μια ξεκάθαρη εικόνα για το πολιτικοδιπλωματικό παρασκήνιο των τελευταίων 15 ημερών της ελληνικής παρουσίας στη Μικρά Ασία. Αυτή η ιστορική πτυχή δεν έχει φωτιστεί έως σήμερα και τα υφιστάμενα κενά έρχονται τώρα να καλυφθούν.

Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για το βιβλίο;

Πρόκειται για ένα έργο που ο κορμός του αποτελείται από αρχειακές πηγές με σκοπό να περιγράψει τις διεργασίες σε πολιτικό επίπεδο που εξελίχθηκαν τον μοιραίο Αύγουστο του 1922, ώστε να γίνει κατ’ αρχήν αντιληπτό από τους ιθύνοντες σε Αθήνα και Σμύρνη, το μέγεθος της στρατιωτικής κατάρρευσης. Εν συνεχεία εξηγείται το πολιτικοδιπλωματικό πλαίσιο εντός του οποίου επιχειρήθηκε να αποσοβηθεί μια ανθρωπιστική κρίση στη Σμύρνη, με την ελληνική πλευρά να προσπαθεί να κινητοποιήσει τους Συμμάχους ώστε να επέμβουν τουλάχιστον με τη στρατιωτική τους παρουσία. Αυτή η επιδίωξη είχε σκοπό αφ’ ενός μεν να εξασφαλίσει μια ομαλή αποχώρηση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων, αφ’ ετέρου να αποτρέψει την κεμαλική πλευρά από πιθανές υπερβασίες κατά του πληθυσμού.

Τελικά το βιβλίο επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα για τις πολιτικές ευθύνες τόσο του Αρμοστή Σμύρνης, όσο και της κυβέρνησης στο θέμα της απαγόρευσης ή παρεμπόδισης του ελληνικού μικρασιατικού πληθυσμού να διαφύγει είτε στην Ανατολική Θράκη, είτε στα νησιά του Αιγαίου.

Το σύνολο του βιβλίου βασίζεται σε επίσημες αρχειακές πηγές και ο συγγραφέας δεν εκφράζει προσωπικές απόψεις ή θεωρίες για τα γεγονότα. Γι’ αυτό άλλωστε στο τέλος υπάρχει παράρτημα όπου παρατίθενται τα αρχειακά τεκμήρια, ώστε να μην υπάρχει η υποψία ότι αυτά διαστρεβλώνονται κατά το δοκούν.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολείστε συγγραφικά με το συγκεκριμένο κεφάλαιο της ιστορίας, τι είναι αυτό που σας έκανε να ενδιαφερθείτε για αυτή τη χρονική περίοδο;

Πράγματι, όταν πριν χρόνια είχα ξεκινήσει να ασχολούμαι συστηματικά με τη μελέτη της Στρατιωτικής Ιστορίας, ένιωθα ότι δεν ήθελα να μελετήσω ιδιαίτερα την Μικρασιατική Εκστρατεία, τόσο εξαιτίας του μακρόχρονου αυτής, όσο και του τραγικού αποτελέσματος. Ωστόσο, το γεγονός ότι υπήρξε το μεγαλύτερο εγχείρημα του νεότερου Ελληνισμού στην πορεία απελευθέρωσης ομογενών εντός του πλαισίου της εκπλήρωσης της Μεγάλης Ιδέας, μου φανέρωσε τις ιδιαίτερες προκλήσεις που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο στρατιωτικός οργανισμός και η κρατική πολιτική. Επιπλέον αυτών, το όλο πολιτικοδιπλωματικό πλαίσιο, με τον Εθνικό Διχασμό κυρίαρχο στοιχείο του όλου εγχειρήματος, προσέλκυσε το ενδιαφέρον μου, γιατί κατά τη διάρκεια της αρχειακής έρευνας, ερχόντουσαν στην επιφάνεια άγνωστα τεκμήρια που έριχναν νέο φως στη Δημόσια Ιστορία όπως έχει αυτή καταγραφεί έως σήμερα στη βιβλιογραφία. Μια τέτοια περίπτωση ήταν και το προηγούμενο βιβλίο μου που αποκάλυψε την άγνωστη ιστορία γύρω από τον επίμαχο Νόμο 2870 του 1922, ο οποίος στα πλαίσια μια συνωμοσιακής λογικής, δήθεν ψηφίστηκε προκειμένου να αποτρέψει τους Μικρασιάτες από την έλευσή τους στην Ελλάδα. Πλέον με το βιβλίο «Οι τελευταίες ημέρες του Αρμοστή» γίνεται ένα επιπλέον βήμα στην κατανόηση των γεγονότων.

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να αφιερώσετε ένα ολόκληρο βιβλίο στον Αριστείδη Στεργιάδη και την «αποδαιμονοποίησή» του;

Δεν πρόκειται ακριβώς για βιβλίο «αποδαιμονοποίησης» του Στεργιάδη. Το πρόσωπο του Αρμοστή είναι απλώς η αφορμή για το ξετύλιγμα της ιστορίας και η ύλη του βιβλίου περιστρέφεται κυρίως γύρω από την επίσημη αλληλογραφία της Αρμοστείας και των μετέπειτα απόψεων του Στεργιάδη που φιλοξένησε εφημερίδα εν είδει συνεντεύξεως. Μέχρι σήμερα, εξακολουθούν να παρουσιάζονται παρανοήσεις ή και πλαστογραφήσεις της ιστορίας, οι οποίες όμως έχουν τις ρίζες τους στην κομματική διαμάχη της εποχής εκείνης, που επιβίωσαν ως αλήθειες. Ως εκ τούτου, θεώρησα ότι η αποκάλυψη της επίσημης υπηρεσιακής αλληλογραφίας του Στεργιάδη τον Αύγουστο του 1922, θα συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στη διερεύνηση και διευκρίνιση της αλήθειας. Ταυτόχρονα, όμως, ο ίδιος ο Στεργιάδης παρουσιάζεται στον Τύπο της εποχής στα πλαίσια συνέντευξης να δίδει εξηγήσεις, οι οποίες όμως δεν επαληθεύονται απαραίτητα από το επίσημο αρχειακό υλικό.

Υπάρχουν άλλα «περίεργα» ιστορικά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής που δεν έχουν αναλυθεί ή γίνει ευρέως γνωστά ή αποκατασταθεί ως προς την ιστορική τους αλήθεια; Θα ασχοληθείτε με κάποιο από αυτό συγγραφικά στο μέλλον;

Η Μικρασιατική Καταστροφή ήλθε ως αποτέλεσμα στρατιωτικής ήττας, άσχετα αν στο πολιτικό πεδίο η θέση των ελληνικών κυβερνήσεων αντιμετώπιζε ένα δυσμενές οικονομικό και διεθνές περιβάλλον απομόνωσης. Η Στρατιωτική Ιστορία που έχει καταγραφεί από τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, δεν έχει εξαντλήσει το γνωστικό αντικείμενό της και παραμένουν πολλά κρυφά και ενδιαφέροντα στοιχεία προς ανάδειξη.

Από την άλλη πλευρά, υπήρξε ευρεία βιβλιοπαραγωγή ως προς τα δεινά που πέρασαν οι Μικρασιάτες πριν διαφύγουν στην Ελλάδα, την καταστροφή που προκλήθηκε στην Σμύρνη και τις επαρχίες, τους κινδύνους και τις ταλαιπωρίες που αντιμετώπισαν στην Ελλάδα αλλά και το τιτάνιο έργο για να ορθοποδήσουν.

Γεγονός όμως είναι ότι σε πολιτικό επίπεδο, η άκρατη πολιτική εκμετάλλευση που επιχειρήθηκε κατά την εξιστόρηση της εκστρατείας και καταστροφής έχει συντείνει στην παρουσίαση «περίεργων» ιστορικών ερμηνειών ως προς τα γεγονότα. Κυρίως η απόδοση της κατηγορίας της εσχάτης προδοσίας, η οποία ενώ μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι έγινε στα πλαίσια εξυπηρέτησης ευρύτερων σκοπιμοτήτων, δεν είναι δυνατόν σήμερα να επιβιώνει και να διατυπώνεται σοβαρά. Μια τέτοια περίπτωση που ερευνώ αποτελεί και ο αντιβενιζελικός Τύπος, επικεντρώνοντας στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, της οποίας η αρθρογραφία της εποχής έχει ερμηνευθεί ως κάλεσμα εγκατάλειψης του αγώνα και εκκένωσης της Μικράς Ασίας. Όμως, η προσεκτική έρευνα στις σελίδες της συγκεκριμένης εφημερίδας αποδεικνύει ότι αυτή σε ορισμένες περιπτώσεις εξέφραζε τις απόψεις του εκδότη Γεωργίου Βλάχου και σε άλλες αποτυπώνει την κυβερνητική πολιτική και σχέδια (ειδικά στην περίπτωση της κυβέρνησης Πρωτοπαπαδάκη). Συνεπώς και σε αυτήν την περίπτωση η μελέτη έχει να μας προσφέρει μια ακόμα ιστορική ανατροπή.

Το νέο βιβλίο που θα παρουσιαστεί στα τέλη του 2022 και πάλι από τις εκδόσεις Archive, θα διαπραγματεύεται ακριβώς τον πολεμικό σχεδιασμό της κυβέρνησης Πρωτοπαπαδάκη σε οικονομικό, στρατιωτικό, πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, ώστε να επισπευσθεί η λύση του Μικρασιατικού Ζητήματος που φαινόταν ότι είχε τελματώσει. Η ανάγκη για ταχεία λύση ήταν επιτακτική εξαιτίας της δεινής οικονομικής κατάστασης ως αποτέλεσμα της μακράς επιστράτευσης του Ελληνικού Στρατού. Παράλληλα, η εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ αρθρογραφούσε προς μια τέτοια κατεύθυνση και η παρακολούθηση της αρθρογραφίας της αποκαλύπτει το παρασκήνιο, τόσο της κυβερνητικής πολιτικής, όσο και των απόψεων του Γεωργίου Βλάχου. Η έρευνα, που υποστηρίζει την ύλη του βιβλίου, εστιάζει και πάλι σε ανέκδοτο αρχειακό υλικό και στην προσεκτική μελέτη των φύλλων της εφημερίδας.

Σε ποιο κοινό απευθύνεται το βιβλίο «Οι τελευταίες ημέρες του αρμοστή»;

Το κοινό που μπορεί να εκτιμήσει το βιβλίο νομίζω είναι το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας που επιθυμεί να εξετάσει τα ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν 100 χρόνια πριν, δίχως οποιαδήποτε κομματική ή γενικότερα πολιτική σκοπιμότητα. Υπογραμμίζω αυτό το γεγονός που μπορεί να προξενεί εντύπωση, αλλά δυστυχώς αυτή είναι διάχυτη σε έργα που έχουν εκδοθεί έως και τη δεκαετία του 1970, ως συνέπεια του τραχύτατου πολιτικού ανταγωνισμού που προκάλεσε ο Εθνικός Διχασμός.

Συνεπώς το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί από έναν φοιτητή, έναν ιστορικό ερευνητή, ένα στέλεχος των Ενόπλων Δυνάμεων ή και πολιτικό πρόσωπο, καθώς η αναδίφηση της ιστορίας σκοπό έχει και την εξαγωγή διδαγμάτων. Φυσικά, οποιοσδήποτε απλός πολίτης που ενδιαφέρεται για την πολιτική και στρατιωτική ιστορία, πιστεύω θα βρει εξαιρετικά χρήσιμο το βιβλίο, εξαιτίας των ανέκδοτων στοιχείων που φέρνει στο φως μετά από 100 χρόνια.

Πόσο χρόνο σας πήρε να γράψετε το βιβλίο, πόσο η ιστορική του έρευνα και σε ποιες πηγές στηριχθήκατε;

Τα τελευταία δώδεκα χρόνια έχω στραφεί στη συστηματική συλλογή αρχειακού υλικού, συνεπώς εν πολλοίς το υλικό υπήρχε από πριν. Από τη στιγμή που ξεκίνησε η συγγραφή απαιτήθηκε διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών, ενώ στη διάρκεια αυτών το υλικό εμπλουτιζόταν γιατί και η αρχειακή έρευνα δεν σταματά.

Οι επίσημες αρχειακές πηγές που αξιοποιούνται αφορούν το Υπουργείο Εξωτερικών και τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (όπου εντοπίζονται και μέρη του Αρχείου της Ύπατης Αρμοστείας Σμύρνης), το αρχείο της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, προσωπικοτήτων όπως του Ελευθερίου Βενιζέλου, του Γεωργίου Μπαλτατζή, όπως και το μικρό σε όγκο αρχείο του Αριστείδη Στεργιάδη που ανακαλύφθηκε. Όλα αυτά πλαισιώνονται με ορισμένα αρχεία του βρετανικού και αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής. Η βιβλιογραφία είναι κυρίως βοηθητική.

Έχετε κάποιο προσωπικό βίωμα ή ανάμνηση σχετικά με τη Μικρασιατική Καταστροφή;

Από την Καταστροφή δεν έχω κάποιο βίωμα, πέραν των μικρών προσφυγικών οικίσκων που από μικρός έβλεπα στην περιοχή της Νέας Ιωνίας που μεγάλωσα. Ο παππούς μου ζούσε στην Κερασούντα του Πόντου και ήταν μεταξύ των Ποντίων που το 1917 με την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων έφυγαν κι αυτοί. Από τη Γεωργία η οικογένειά του με κάποιον τρόπο μετέβη στην Οδησσό στην οποία μετά από παραμονή 10 ετών, αποφάσισε να έλθει στην Ελλάδα.

Υπάρχει κάποιο λογοτεχνικό απόσπασμα ή ποίημα ή τραγούδι που σχετίζεται με τη Μικρασιατική Καταστροφή το οποίο σας έχει μείνει ή που σας συγκινεί;

Εξαιτίας του ιδιαίτερου ενδιαφέροντός μου για την Στρατιωτική Ιστορία, είναι φυσικό να με έχει επηρεάσει βαθύτατα το έργο του Ηλία Βενέζη που περιγράφει την προσπάθεια επιβίωσης στα στρατόπεδα αιχμαλώτων. Το σύνολο του έργου του παρουσιάζει την ωμή πραγματικότητα και τραγικότητα της κατάστασης και αποτελεί μια κραυγή αγωνίας για όλη την Ανθρωπότητα και κατηγορητήριο για τους διαχρονικούς ενόχους γενοκτονιών.

Οι τελευταίες ημέρες του Αρμοστή – Book OdysseyΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΑΡΜΟΣΤΗ – Brainfood Εκδοτική