(. . .) Μια νέα γυναίκα αποσύρεται στην ερημιά για να ανακαλύψει τον εαυτό της και να επαναπροσδιορίσει τη ζωή της. Εκείνος την έμαθε τον πραγματικό έρωτα. Εκείνη του «γνώρισε» πως είναι μουσικός. Εκείνη, μαζί του, αγάπησε τη μοναξιά της. Κι ύστερα, αγάπησε και τη δική του. . . «μοναξιά». Είναι διαφορετικός. Κι εκείνη μαζί του άλλαξε. Βρήκε με κόπο τις αλήθειες της, έμαθε να κοιτάζει. . . με ξαστεριά αυτά που άλλοτε φοβόταν ν` αντικρίσει. Της έδειξε ποια θα γινόταν χωρίς να της αρέσει, μόνο και μόνο γιατί φορούσε το χιτώνα της ανασφάλειας. Κι αυτός τούτο το χιτώνα, πολύ διακριτικά, τον έβγαλε από τους ώμους της και την έκανε να περπατά πιο γρήγορα. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]